πάνω απ’ την πόλη
μειράκια και γλάστρες
zapping:
Η Γερμανού και το σόι της (Σίσσυ και λοιπές μανίτσες) ομιλούν -χωρίς να γνωρίζουν- για το rock. Πιάνουν στο στόμα τους, Pink Floyd και Stones. Και ο Μ. Καρατζάς στη γωνία του καναπέ προσπαθεί να προσφέρει τα διαπιστευτήρια του, αλλά κανείς δεν ακούει. Μην ξαφνιάζεσαι. Το μπλουζάκι της Γερμανού ήταν χρυσό print των Sex Pistols. Μην ξαφνιάζεσαι. Είναι που της είπαν ότι θα το ενέκρινε ο μακαρίτης Malcom και η Vivian. Τόσα ήξερε, τόσα έκανε. Ελλαδίτσα, ιδού το χάλι σου. Μην απορείς για την κατάντια. Τριτοκοσμικός δεν γεννιέσαι, γίνεσαι.
it’s Showtime, again: the Borgias
εταιρία παραγωγής: Showtime ( έχει κάνει το HBO να τρώει τη σκόνη της )
παραγωγή-σκηνοθεσία: Neil Jordan
πρωταγωνιστούν: Jermey Irons, Peter Sullivan, Derek Jacobi
slogan: The original crime family
——————————————————————————
Αν και με είχε θυμώσει ο N. Jordan με τις δηλώσεις του στις Κάννες για την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, εξακολουθεί να είναι άριστος σκηνοθέτης. Φαντάζομαι ότι μετά την κατάρρευση και της Ιρλανδίας, θα έχει «δαγκωθεί» για την αλαζονεία του.
τραγουδώντας με φόντο τον γκρεμό.
Γενιά του ’80. Αρχικά βυθισμένη στα απόνερα της πολιτικοποιημένης γενιάς του ’70 με τις μεγάλες αλλαγές και ανακατατάξεις, στη συνέχεια αποσυντονισμένη πολιτικά, κοινωνικά, αισθητικά, από έναν κόσμο που άλλαζε ταχέως χωρίς να την ρωτήσει ή να της δώσει κάποιο στίγμα για να πορευθεί. Κάπως έτσι «γαλουχήθηκαν» οι πρώτοι yappies, οι managers, οι «τίτλοφόροι». Νέα επαγγέλματα, νέα κουλτούρα και ηθική απέναντι στη διεκδίκηση του μισθού, της θέσης, της «καταξίωσης», του status που ακόμα δεν το λέγαμε έτσι αλλά δημιουργούσαμε τις συνθήκες για να μπει για τα καλά στη ζωή μας και να ορίσει βίους και μυαλά. Κάπου εκεί χάσαμε την επαφή με αυτό που ονομάζουμε κοινωνική-ταξική συνείδηση. Βυθιστήκαμε στη θολούρα των μισθών και των «τίτλων» που μας έδιναν οι εργοδότες μας για να χρυσώνουν το χάπι της εκμίσθωσης της ζωής μας.
Στη δεκαετία του ΄90, «τίτλοι» και μισθοί, φούντωσαν. Σαν δηλητηριώδης κισσός η «επιτυχία», ή πιο σωστά το κυνήγι της, άπλωσε τα κλαδιά της και μας περιόρισε σε έναν τρόπο ζωής σπίτι-γραφείο-κατανάλωση. Κι εμείς; Εμείς, βλέπαμε τα κλαδιά-πλοκάμια της, ως άλλα βάγια και ωσαννά για την υποδοχή μας στον λαμπερό καινούργιο κόσμο! Κοστούμια και γραβάτες, κυριλέ και «ελληνάδικα». Ψεύτικη γοητεία, κλεμμένη από τα περιοδικά και τις αμερικάνικες σειρές, δανεισμένη από τα πρώτα καταναλωτικά δάνεια, τις πρώτες πιστωτικές κάρτες που ήταν πλέον στη διάθεση όλων με μια απλή υπογραφή. Η φράση κοινωνική-ταξική συνείδηση ακουγόταν πλέον ως απομεινάρι κατήχησης από κάποιον πρώην Κνίτη.
2000+. Η κραιπάλη τώρα δικαιώνεται. Ό,τι φούντωνε επί δύο δεκαετίες, εξερράγη σε χιλιάδες εορτοδάνεια, Cayenne, μεζονέτες, διακοποδάνεια. Πλέον δεν υποθηκεύαμε τη ζωή μας. Την παραδίδαμε σε όποιον μάς χρύσωνε το χάπι καλύτερα, χωρίς δεύτερη κουβέντα. Σαν τους Ινδιάνους που εντυπωσιάζονταν από τα καθρεφτάκια των Ισπανών κατακτητών. Οικειοθελώς, τραβήξαμε μια γραμμή στο μέλλον μας και το διαγράψαμε. Με μια μονοκονδυλιά, που όμως φάνταζε σαν υπογραφή σε συμβόλαιο για την απόκτηση του ονείρου. Όσο για τη φράση ταξική –κοινωνική συνείδηση, δεν την είχαν βγάλει ούτε σε χαρούμενη φατσούλα, ούτε σε emoticon για τα κινητά μας κι έτσι την ανακηρύξαμε άγνωστη!
Μας περίμενε όμως στη γωνία. Συγκεκριμένα εκεί που τέμνεται η οδός «2009» με την οδό «Ξεφούσκωμα». Και τώρα ζούμε το «Μεγάλο Ξήλωμα». Ξηλώνονται οι φόδρες από τις ψεύτικες ζωές μας, λες και είναι ρούχα από κινέζικη αγορά. Μόνο που δεν είναι. Είναι ακριβοπληρωμένα διαπιστευτήρια μιας ζωής που δεν κερδίσαμε, αλλά τη δανειστήκαμε. Δεν μας ανήκε, γι΄αυτό μας την παίρνουν πίσω. Σαν τη τράπεζα, που σου παίρνει και την υποθηκευμένη μεζονέτα και το κτήμα στο χωριό, γιατί δεν έχεις να αποπληρώσεις τη ζωή που δεν σου άξιζε. Γιατί δεν μας άξιζε. Δεν κοπιάσαμε γι’ αυτήν. Την πήραμε με το έτσι θέλω. Κι όλοι ξέρουν τι συμβαίνει με τους πήλινους γίγαντες. Μια φουσκοθαλασσιά και κατέρρευσαν.
Κατακλείδα; Δεν έχω. Κανείς μας δεν ξέρει που βαδίζουμε. Ίσως όμως, κοιτώντας -καλή ώρα- προς τα πίσω και αναγνωρίζοντας τα λάθη στην πορεία μας, ίσως μάθουμε δύο πράγματα παραπάνω. Ίσως καταλάβουμε αλήθειες που υποψιαζόμαστε αλλά δεν αναγνωρίζαμε. Γιατί έτσι μας βόλευε. Αλλά δεν μας βολεύει πια. Και δεν μας παίρνει να συνεχίσουμε να τις αγνοούμε.